Η Πλάκα και τα διλήμματα της δεκαετίας του '60
Πράγματι, η Πλάκα σώθηκε μετά τους κολονέλους, το ’75-’76 με τη μεγάλη μελέτη του συναδέλφου Διονύση Ζήβα. Τότε που έγινε μια ίσως μοναδική στην Ελλάδα τόσο μεγάλη επιχείρηση προστασίας και αναδείξεως ενός συνόλου και μάλιστα αρκετά επιτυχής. Κάποιος κόσμος γνωρίζει αυτό και μόνο αυτό. Οι δε νεότεροι ξέρουν την Πλάκα μόνο όπως την έχουν μπροστά στα μάτια τους σήμερα: με έλεγχο των χρήσεων, με κατάργηση της φοβερής εκπορνεύσεως -ναι, δεν φοβάμαι να χρησιμοποιήσω αυτή τη λέξη- που υπήρχε τη δεκαετία του ’60 και κατόπιν με τους κολονέλους. Τότε, για να καταλάβετε, υπήρχε μέχρι και ένα μαγαζί που είχε απ’ έξω ένα τράγο, του έβαζαν μια πίπα και κάπνιζε! Ενώ επικρατούσε αρχιτεκτονική χαρτοκοπτικής, οδηγώντας σε μία οικτρή παραμόρφωση.
Από την εξαιρετική συνέντευξη που είχε πάρει πριν τρία χρόνια ο Θεοδόσης Μίχος από τον Αλέξανδρο Παπαγεωργίου-Βενετά. Αφορμή το βιβλίο του με τίτλο «Το μέλλον της Πλάκας – Το αφήγημα μιας ιστορικής αντιπαράθεσης» (εκδ. Καπόν):
[..] δημοσιεύονται για πρώτη φορά τα πρακτικά μιας κρίσιμης δημόσιας διαβούλευσης -της πρώτης στην ιστορία της νεότερης Αθήνας- με αντικείμενο την επόμενη μέρα της ιστορικής συνοικίας. Πραγματοποιήθηκε το 1966, με την κατάσταση στην παλιά πόλη των Αθηνών μετά από μία μακρά περίοδο αβεβαιότητας και ασύδοτης εκμετάλλευσης, οικιστικής και τουριστικής, να έχει φτάσει στο απροχώρητο.
Το συγκεκριμένο βιβλίο έχει αξία ως ντοκουμέντο γιατί εξηγεί την αντιπαράθεση δύο προσεγγίσεων ενώ ήταν ανώριμα τα πράγματα ακόμη και για τους καλλιεργημένους και ειδικούς. Τι έχει προτεραιότητα; Η προστασία της παλαιότητας -τα τεκμήρια ενός πιο πρόσφατου παρελθόντος όπως είναι μια ζώσα ιστορική συνοικία, με λίγα στοιχεία του 18ου και του 19ου αιώνα αλλά και με πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία αρχιτεκτονικής κλίμακας γύρω από την Ακρόπολη- ή η μελέτη της αρχαιότητας;
Όλη η συνέντευξη είναι συναρπαστική. Δεν ήταν καθόλου προφανές πριν από 50 χρόνια ότι η Πλάκα θα είναι σήμερα όπως τη γνωρίζουμε. Ούτε ότι με τον τρόπο που σκεφτόμαστε τώρα θα είχαμε πάρει τις ίδιες αποφάσεις που πάρθηκαν τότε με άξονα ότι η αρχαία Ελλάδα ήταν πιο σημαντική απ' ότι επακολούθησε.
Η Χάρτα της Βενετίας του ’64, η μόνη διεθνής χάρτα για αρχές συντηρήσεως και προστασίας μνημείων και μνημειακών συνόλων λέει καθαρά ότι η τεκμηριωμένη ιστορική συνέχεια, με τα διάφορα στάδια προσθηκών και αλλοιώσεων, πρέπει να προστατεύεται. Σήμερα δηλαδή δεν θα γκρεμίζαμε τόσο εύκολα τον καταλανικό πύργο δίπλα στα Προπύλαια, ούτε το μικρό τζαμί δίπλα στον Παρθενώνα. Θα υπήρχε μεγαλύτερη αντιπαράθεση, θα ήταν άλλη η συνείδηση της σημασίας της ιστορικής τεκμηριώσεως της συνέχειας και της αυθεντικότητας. Διότι ένα σώμα κτισμένο έχει πάνω του τις ουλές και τις αλλοιώσεις που είναι ιστορικά τεκμήρια.
και
Η αξία έγκειται στο ότι υπάρχει ένας λαϊκότροπος κλασικισμός στην Πλάκα, δηλαδή αυτή η πολύ εφευρετική προσπάθεια των λαϊκών ανθρώπων και των απλών αστών του 19ου αιώνα να δεχθούν από τη Δύση, κυρίως από τη Γερμανία, το αρχιτεκτονικό πρότυπο του κλασικισμού και να κάνουν ένα αμάλγαμα με τις εγχώριες παραδόσεις. Με απλά μέσα -σοβάδες και όχι πολυτελή μάρμαρα- γίνονταν ορισμένες νύξεις κλασικισμού -τα ακροκέραμα, τα φουρούσια στα μπαλκόνια- ενώ το σπίτι προς τα πίσω έμενε με την περίκλειστη αυλή, την ψηλή μάντρα, τα χαγιάτια, τα τζαμωτά, δηλαδή στοιχεία της τοπικής παραδόσεως αιώνων. Κατά τούτο η Πλάκα είχε και έχει ακόμη ενδιαφέρον. Όπως έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον -αξίζει να το επαναλάβω- από απόψεως κλίμακας. Αυτό κερδήθηκε με τη διάσωση της Πλάκας. Το τονίζω ως το σημαντικότερο απ’ όλα.